Закон Кипра об удостоверяющих офицерах (греческий – русский)
Ο περί Πιστοποιούντων Υπαλλήλων Νόμος
(ΚΕΦ.39)
Συνοπτικός τίτλος
1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί Πιστοποιούντων Υπαλλήλων Νόμος.
Ερμηνεία
2. Στο Νόμο αυτό-
“υπογραφή” περιλαμβάνει “σημείο” σε περίπτωση προσώπων που δεν δύνανται να γράφουν.
Ο Υπουργός Εσωτερικών δύναται να διορίζει πιστοποιούντες υπαλλήλους
3. Ο Υπουργός Εσωτερικών δύναται από καιρό σε καιρό να διορίζει τέτοια πρόσωπα όπως αυτός θεωρεί σκόπιμο για να εκδίδουν πιστοποιητικά ότι υπογραφές ή σφραγίδες που τίθενται σε έγγραφα είναι υπογραφές ή σφραγίδες των προσώπων των οποίων θεωρούνται ότι είναι υπογραφές ή σφραγίδες( αυτά ονομάζονται “πιστοποιούντες υπάλληλοι” και διορίζονται με έγγραφο που φέρει την υπογραφή του Υπουργού Εσωτερικών. Κάθε τέτοιος διορισμός δύναται να ανακληθεί από τον Υπουργό Εσωτερικών κατά τον ίδιο τρόπο και πρέπει να ανακληθεί με τη συμπλήρωση του εβδομηκοστού έτους της ηλικίας του προσώπου που διορίστηκε( κάθε δε τέτοιος διορισμός και τέτοια ανάκληση γνωστοποιούνται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
Κάθε πιστοποιών υπάλληλος έχει σφραγίδα και παρέχει δείγματα της υπογραφής του
4. Σε κάθε πιστοποιούντα υπάλληλο παρέχεται με το διορισμό του σφραγίδα της οποίας ο τύπος εγκρίνεται από τον Υπουργό Εσωτερικών.
Ο πιστοποιών υπάλληλος παρέχει επίσης ανά ένα αντίγραφο ή δείγμα της υπογραφής του στους ακόλουθους:
κάθε Έπαρχο
τον Πρωτοκολλητή κάθε Επαρχιακού Δικαστηρίου
το Γενικό Λογιστή και
τον Αρχιπρωτοκολλητή του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Τα αντίγραφα αυτά ή δείγματα φυλάγονται από τους υπαλλήλους στους οποίους εμπιστεύτηκαν αυτά και παρουσιάζονται από αυτούς όταν αυτό ζητηθεί από αυτούς σε οποιαδήποτε διαδικασία ενώπιον οποιουδήποτε Δικαστηρίου στη Δημοκρατία.
Ο διορισμός είναι τοπικός
5. Κάθε πιστοποιών υπάλληλος διορίζεται για ορισμένο τόπο ή περιοχή που κατονομάζεται στο διορισμό του και εκτελεί τα καθήκοντα του αξιώματος του στον τόπο ή περιοχή που κατονομάζεται και πουθενά αλλού.
Καθήκον του πιστοποιούντος υπαλλήλου να πιστοποιεί υπογραφές και σφραγίδες
6. Τηρουμένων των διατάξεων του Νόμου αυτού, αποτελεί καθήκον κάθε πιστοποιούντος υπαλλήλου που διορίζεται δυνάμει των διατάξεων του Νόμου αυτού, όταν του ζητηθεί, να πιστοποιεί ότι η υπογραφή ή σφραγίδα που τέθηκε σε οποιοδήποτε έγγραφο είναι η υπογραφή ή σφραγίδα του προσώπου του οποίου θεωρείται ότι είναι η υπογραφή ή σφραγίδα. Η πιστοποίηση αυτή διενεργείται με την αναγραφή στο έγγραφο πιστοποιητικό σύμφωνα με έναν από τους τύπους που είναι στο Παράρτημα ή με παρόμοιο τρόπο( και με την τοποθέτηση σε αυτό της σφραγίδας του πιστοποιούντος υπαλλήλου.
Πότε δύναται να πιστοποιηθεί υπογραφή ή σφραγίδα
7. Κανένας πιστοποιών υπάλληλος δεν πιστοποιεί οποιαδήποτε υπογραφή ή σφραγίδα εκτός αν-
(α) η υπογραφή ή σφραγίδα τίθεται στο έγγραφο στην παρουσία του και
(β) το πρόσωπο το οποίο υπογράφει ή σφραγίζει το έγγραφο είναι προσωπικά γνωστό στον πιστοποιούντα υπάλληλο ή η ταυτότητα του επιβεβαιώνεται από δυο πρόσωπα που είναι προσωπικά γνωστά στον πιστοποιούντα υπάλληλο, τα οποία υπογράφουν το έγγραφο ως μάρτυρες της σφραγίδας ή της υπογραφής του προσώπου που σφραγίζει ή υπογράφει και
(γ) το έγγραφο είναι χαρτοσημασμένο κανονικά με βεβαίωση σύμφωνα με το Στοιχείο 33 του Πρώτου Παραρτήματος των περί Χαρτοσήμων Νόμων 1963 έως 1972.
Αναγκαία στοιχεία εγγράφου για πιστοποίηση
8. Κανένας πιστοποιών υπάλληλος δεν πιστοποιεί οποιαδήποτε υπογραφή ή σφραγίδα δυνάμει του Νόμου αυτού σε οποιοδήποτε έγγραφο εκτός αν το έγγραφο είναι ευανάγνωστο, συνεχές και χωρίς απάλειψη, περιγραφή, κενό ή διάστημα.
Το πιστοποιητικό αποτελεί μαρτυρία για τα πιστοποιούμενα γεγονότα
9. Πιστοποιήσεις που θεωρούνται ότι διενεργήθηκαν από πιστοποιούντα υπάλληλο σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμου αυτού είναι δεκτές ως απόδειξη των γεγονότων που πιστοποιούνται με αυτές από όλα τα Δικαστήρια της Δημοκρατίας της Κύπρου.
Δικαιώματα
10. Δικαίωμα που να μην υπερβαίνει τα πενήντα σεντ καταβάλλεται στον πιστοποιούντα υπάλληλο σχετικά με κάθε υπογραφή ή σφραγίδα που πιστοποιείται από αυτόν δυνάμει των διατάξεων του Νόμου αυτού.
Παράδοση σφραγίδας πιστοποιούντων υπαλλήλων που απέθαναν ή παύουν να ενεργούν
11. Όταν οποιοσδήποτε πιστοποιών υπάλληλος παύει να κατέχει το αξίωμα ή πεθαίνει, η σφραγίδα του ως πιστοποιούντα υπαλλήλου παραδίδεται από αυτόν ή από το νόμιμο αντιπρόσωπο του, ανάλογα με την περίπτωση, στον Έπαρχο της επαρχίας( κάθε δε πρόσωπο το οποίο χωρίς εύλογη αιτία αρνείται ή παραλείπει να παραδώσει οποιαδήποτε σφραγίδα δυνάμει των διατάξεων του άρθρου αυτού, όταν απαιτηθεί αυτό από τον Έπαρχο της επαρχίας, υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις είκοσι πέντε λίρες.
Ποινή για λήψη υπερβολικών δικαιωμάτων
12. Κάθε πιστοποιών υπάλληλος αναγράφει σε κάθε έγγραφο, την υπογραφή ή σφραγίδα του οποίου πιστοποιεί, το ποσό το οποίο λαμβάνεται από αυτόν σχετικά με το έγγραφο( κάθε δε πιστοποιών υπάλληλος ο οποίος λαμβάνει ή απαιτεί σχετικά με οποιαδήποτε πιστοποίηση οποιοδήποτε δικαίωμα μεγαλύτερο από το καθοριζόμενο από το Νόμο αυτό, είναι ένοχος ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε ποινή που δεν υπερβαίνει τις διακόσιες πενήντα λίρες.
Ποινή για παράβαση του άρθρου 8
13. Οποιοσδήποτε πιστοποιών υπάλληλος ο οποίος ενεργεί κατά παράβαση του άρθρου 8, είναι ένοχος ποινικού αδικήματος, και για κάθε τέτοιο ποινικό αδίκημα υπόκειται σε ποινή που δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες λίρες.
Ποινή για ψευδή δήλωση, πλαστοπροσωπία, κλπ.
14. Οποιοδήποτε πρόσωπο προβαίνει ενώπιον πιστοποιούντος υπαλλήλου σε ψευδή δήλωση αναφορικά με την ταυτότητα οποιουδήποτε προσώπου ή πλαστοπροσωπεί οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, ή θέτει σε οποιοδήποτε έγγραφο οποιοδήποτε ψευδές ή φανταστικό όνομα, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος, και για κάθε τέτοιο ποινικό αδίκημα υπόκειται σε φυλάκιση για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τα πέντε χρόνια.
Закон об удостоверяющих должностных лицах (удостоверяющих офицерах)
(Гл. 39)
Краткое название
1. Настоящий закон будет именоваться Законом об удостоверяющих должностных лицах (удостоверяющих офицерах).
Толкование
2. В настоящем законе
“подпись” включает “крест”, если лица не владеют грамотность.
Право Министра внутренних дел назначать удостоверяющих должностных лиц
3. Министр внутренних дел имеет право в любое время назначать лиц для удостоверения того, что проставленные на документах подписи или печати действительно являются подписями или печатями указанных в таких документах лиц (такие назначенные лица называются «удостоверяющие должностные лица» и назначаются на основании документа, подписанного Министром внутренних дел). Любое такое назначение может быть аннулировано Министром внутренних дел таким же образом и должно быть аннулировано по достижении назначенным лицом семидесятилетнего возраста (любое назначение и его аннулирование публикуются в Официальной газете Республики).
Печать и образцы подписи удостоверяющих должностных лиц
4. Каждому удостоверяющему должностному лицу при его назначении предоставляется печать, вид которой утверждается Министром внутренних дел.
Удостоверяющее должностное лицо также предоставляет копию или образец своей подписи следующим лицам:
Каждому Окружному должностному лицу (офицеру)
Регистратору каждого Окружного суда
Главному бухгалтеру
Главному регистратору Верховного суда.
Такие копии или образцы хранятся у тех должностных лиц, которым были доверены, и предъявляются ими по запросу во время любого процесса в любом суде Республики.
Исполнение обязанностей по месту назначения
5. Каждое удостоверяющее должностное лицо назначается для исполнения обязанностей в определенном месте или районе, который указывается в его назначении, и выполняет свои должностные обязанности только в указанном месте или районе и нигде более.
Обязанность удостоверяющего должностного лица заверять подписи и печати
6. Обязанностью каждого удостоверяющего должностного лица, назначенного на основании положений настоящего закона, является заверение, по требованию, того, что подпись или печать, проставленная на каком-либо документе, действительно является подписью или печатью такого указанного лица. Такое заверение осуществляется посредством записи в письменном свидетельстве по форме, указанной в Приложении, или другим подобным способом (и посредством проставления на таком заверении печати удостоверяющего должностного лица).
Условия заверения печати или подписи
7. Удостоверяющее должностное лицо имеет право заверить подпись или печать, только если
(а) подпись или печать проставлены на документе в его присутствии,
(b) лицо, подписывающее документ или скрепляющее его печатью, лично известно удостоверяющему должностному лицу, или его личность подтверждается двумя лицами, лично известными удостоверяющему должностному лицу, которые подписывают документ в качестве свидетелей печати или подписи лица, ставящего печать или подпись,
(c) на документе в подтверждение ставится гербовая марка согласно разделу 33 Первого Приложения к Закону о гербовых марках от 1963-1972 гг.
Необходимые данные документа для заверения
8. Удостоверяющее должностное лицо не может заверить никакую подпись или печать на любом документе на основании настоящего закона, если документ является неразборчивым, прерывающимся, имеет подчистки, описки, пропуски или интервалы.
Свидетельство является доказательством заверенных фактов
9. Заверения, которые были сделаны удостоверяющим должностным лицом согласно положениям настоящего закона, принимаются в качестве доказательства указанных в них фактов во всех судах Республики Кипр.
Вознаграждение
10. Вознаграждение в размере до пятидесяти центов выплачивается удостоверяющему должностному лицу за каждую подпись или печать, которую он заверяет на основании положений настоящего закона.
Сдача печати умерших или более не правомочных удостоверяющих должностных лиц
11. Если удостоверяющее должностное лицо перестает занимать свою должность или умирает, его печать сдается им или его законным представителем, сообразно обстоятельствам, Окружному должностному лицу (любое лицо, которое без уважительной причины отказывается или не сдает печать на основании положений настоящей статьи, когда этого потребует Окружное должностное лицо, наказуемо денежным штрафом в размере до двадцати пяти кипрских фунтов).
Наказание за получение вознаграждения сверх предусмотренного размера
12. Каждое удостоверяющее должностное лицо указывает на каждом документе, подпись или печать на котором он заверяет, сумму, полученную им за этот документ (любое удостоверяющее должностное лицо, получающее или требующее за любое заверение вознаграждение, превышающее предусмотренное настоящим законом, совершает уголовное преступление и наказывается денежным штрафом в размере до двухсот пятидесяти кипрских фунтов).
Наказание за нарушение статьи 8
13. Каждое удостоверяющее должностное лицо, нарушающее положения статьи 8, совершает уголовное преступление и наказуемо денежным штрафом в размере до пятисот кипрских фунтов.
Наказание за ложное заявление или представление другим лицом
14. Любое лицо, делающее перед удостоверяющим должностным лицом ложное заявление относительно личности какого-либо лица, представляющееся другим лицом или подписывающее документ любым ложным или вымышленным именем, совершает уголовное преступление и наказуемо тюремным заключением сроком до пяти лет.